Γέροντας Παΐσιος
Ρίξτε το μεγαλύτερο βάρος του αγώνα σας στην Προσευχή, γιατί αυτή μας κρατεί σε επαφή με τον Θεό και η επαφή αυτή πρέπει να είναι συνεχής.
Γέροντας Παΐσιος




ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ-ΣΠΗΛΙΩΤΗΣ

Πέμπτη 29 Απριλίου 2010

Εκοιμήθη ο "δια Χριστόν σαλός" παπα-Φώτης, ο Λαυριώτης-Αγιορείτης


5 Ιανουαρίου 1913 - 5 Μαρτίου 2010



Στην ανατολική πλευρά της Λέσβου, γειτνιάζουν δύο χωριά, τα Πάμφιλα και οι Πύργοι Θερμής. Ένας επαρχιακός δρόμος απόστασης μικρότερης των 2 χιλιομέτρων ανάμεσα στους ελαιώνες, συνδέει τους δύο αυτούς τόπους. Εγγύτερα προς τα Πάμφιλα, ακολουθώντας έναν εγκάθετο δρόμο που οδηγεί στον παραθαλάσσιο οικισμό «Νησέλια», αντικρίζουμε μέσα στα λιοχώραφα, το μικρό μοναστήρι του Αγίου Νεομάρτυρος Λουκά στο οποίο ζούσε ασκητικά ο παπα-Φώτης ο Λαυριώτης, γνωστός και ως παπα-Σαρδέλλης. Γεννηθείς στα Πάμφιλα στις 5 Ιανουαρίου του 1913 από τη Μαρία και τον Δημήτριο Σαρδέλλη που δούλευε καμίνι φτιάχνοντας κεραμίδια και τούβλα.

Ο νεαρός τότε Φώτιος αφού δούλεψε σε επιπλοποιείο της Μυτιλήνης, τον Απρίλιο του 1931 παρακινούμενος από την πίστη του στον Θεό και συνεπαρμένος από μελέτες χριστιανικών βιβλίων και ακούσματα κηρυγμάτων, εγκαταλείπει την ματαιότητα του κόσμου και αναχωρεί μαζί με τον φίλο και συγχωριανό του, μετέπειτα πατήρ Παχώμιο, για να μονάσουν στο Άγιον Όρος.

Επέλεξε τη Μονή Μεγίστης Λαύρας, όπου έγινε καλόγερος και έμεινε στο μοναστήρι περίπου 20 χρόνια, κάνοντας υπακοή στον πνευματικό του πατέρα Παύλο. Πρεσβύτερος χειροτονήθηκε το 1936. Με ιδιαίτερο ζήλο μελετούσε τους βίους των Αγίων καί ιδιαιτέρως τον συνεπαίρνανε οι αθλήσεις των Μαρτύρων, όπου ανάμεσά τους ανακαλύπτει πολλούς Λέσβιους Αγίους. Τέλη του 1950 επιστρέφει στη Μυτιλήνη ασχολούμενος συστηματικά με την ανάδειξη των εντοπίων Αγίων οι οποίοι εξ' αιτίας του γίνονται ευρέως γνωστοί στον κόσμο, κάνοντας πρόταση στον Μητροπολίτη Ιάκωβο Β΄ ώστε να εορτάζονται από κοινού Πάντες οι εν Λέσβω Άγιοι, σε εορτή που τελικά καθιερώθηκε την Α΄ μετά των Αγίων Πάντων Κυριακή.

Στην ενορία Αγίου Αντωνίου του χωριού Τρύγονα, κοντά στο Πλωμάρι, όπου τοποθετήθηκε εργάσθηκε με ένθεο ζήλο για την πνευματική κατάρτιση του ποιμνίου του, αλλά και για την διαφύλαξη των ιερών και οσίων του Γένους μας. Δείγμα της μεγάλης αγάπης του προς τους Αγίους του Θεού, αποτελεί το γεγονός ότι στον ενοριακό Ναό του χωριού, τοποθετήθηκαν και αγιογραφήθηκαν 170 εικόνες, οικοδομώντας και μια καταπληκτική Εκκλησία αφιερωμένη στους Αγίους Αποστόλους, με χρήματα κυρίως από εράνους. Επίσης, ενδιαφέρθηκε να γίνει στη Μονή Δαμανδρίου γηροκομείο και να επισκευασθεί η Μονή Πιθαρίου. Το 1972 υπηρετεί ως εφημέριος στην Ι.Μ. Αγ. Αικατερίνης Σινά της Αιγύπτου, καθώς επίσης και ως εφημέριος, ψάλτης και φύλακας του Παναγίου Τάφου στα Ιεροσόλυμα. Το 1976 επέστρεψε στον Τρύγονα και το 1994 συνταξιοδοτήθηκε με τον βαθμό του Αρχιμανδρίτη. Έκτοτε, αφοσιώθηκε στην αποπεράτωση της κατασκευής του Ιερού Ναού Αγίου Λουκά στα Πάμφιλα, που από το 1960 είχε ξεκινήσει με χρήματα από δωρεές πιστών, διότι από τον τόπο εκείνον είχε περάσει ο Νεομάρτυρας Λουκάς πριν απαγχονιστεί από τους Τούρκους στη Μυτιλήνη. Την μελέτη και τα σχέδια του ναού τα εμπνεύσθηκε μόνος του, επιλέγοντας ένα πανέμορφο Ιεροσολυμίτικο ρυθμό.

Ο ασκητής της ερημιάς των πόλεων και των χωριών, διήνυε συχνότατα μεγάλες αποστάσεις άδειπνος, προσευχόμενος ανάμεσα στους ανθρώπους της αφιλίας και στη φύση, ταγμένος στον Χριστό. Αψηφώντας τις καιρικές συνθήκες καί την ώρα, ο κοντούλης παπα-Φώτης με την καθαρή ματιά, βαδίζοντας σκυφτός, ρακένδυτος, φορώντας ένα παλιό τριμμένο ράσο, πολυκαιρίτικα φθαρμένα παπούτσια, σχεδόν ξυπόλητος ακόμα και το καταχείμωνο, με έναν ντρουβά στον ώμο, οδοιπορούσε επιθυμώντας να οδηγήσει τους ανθρώπους, εικόνες Θεού, στη σωτηρία, ανεβαίνοντας και εκείνος τον Γολγοθά του.

Αναζητώντας πάντοτε κάποιο προσκύνημα, τελώντας την Λειτουργία σε κάποιον αγαπημένο του Ναό που ευλαβείτο. Συνήθιζε να βιώνει την Θεία Ευχαριστία και μερικές αιτήσεις ή εκφωνήσεις να τις λέγει σε σερβική, ή ρωσική διάλεκτο, δεικνύοντας μ' αυτό τον τρόπο την οικουμενική διάσταση της Ορθοδοξίας. Το Άγιο Θυσιαστήριο ήταν η Ζωή του! Έβγαινε από την Εκκλησία γεμάτος χαρά. Μετά τη Θεία Λειτουργία λαμποκοπούσε. Ειδικά όταν έκανε το πανηγύρι στον αγαπημένο του Άγιο Λουκά στις 23 Μαρτίου. Μερικές φορές, μόλις κατέλυε και έκανε την απόλυση, βλέποντας ότι απουσίαζαν από το εκκλησίασμα οι άνδρες, κατευθυνόταν στους καφενέδες και χωρίς να φοβάται κανέναν τους «κατσάδιαζε» υπενθυμίζοντάς την ματαιότητα της ζωής που είχαν επιλέξει, ζώντας μακριά από το μεγαλείο του Θεού. Όλοι τον σέβονταν και τον άκουγαν με σκυμμένα κεφάλια.

Συχνά τον συναντούσε κανείς καθισμένο στα σκαλοπάτια έξω από κάποια αυλόπορτα να ξαποστάζει, διαβάζοντας ένα πνευματικό βιβλίο, γράφοντας με τα χαρακτηριστικά ολοστρόγγυλα μεγάλα γράμματά του, σημειώσεις καί νουθεσίες που ύστερα τις μοίραζε σε όποιον συνάνθρωπό του τον φώτιζε ο Θεός, δεχόμενος λίγο ψωμί, λίγο νερό από κάποια ευσεβή γειτόνισσα, δίνοντας με την καρδιά του την ευχή του Κυρίου. Περπατούσε ώρες πολλές χαμογελώντας, επιτιμώντας τους ανθρώπους για τα παράλογα που έβλεπε μέσα στο κόσμο της αμαρτίας, διδάσκοντας τον καθένα με ωφέλιμα απλοϊκά λόγια. Δίδασκε το Ευαγγέλιο με την ίδια τη ζωή του. Μαζεύοντας τουβλάκια, μικρά μάρμαρα και ότι άλλο θα χρησίμευε για την κατασκευή του αγαπημένου του ονείρου, του ναού του Αγίου Λουκά.

Παροτρύνοντας τους ανθρώπους να εκκλησιάζονται, να ωθούν τα παιδιά τους προς την Εκκλησία, τις γυναίκες να ντύνονται σεμνά ειδικά όταν εισέρχονται στον οίκο του Θεού, την Εκκλησία και να μην παραμορφώνονται «σαν φαντάσματα» από τις προκλητικές συνήθειες της μόδας. Τους ευτραφείς, τους παρομοίαζε χαριτολογώντας με κάποια συμπαθή ζώα, παρακινώντας τους να εγκρατεύονται στην τροφή. Περνούσε από στέκια νέων και με νεύματα όλο νόημα προσπαθούσε να τους δείξει ότι η σωτηρία της ψυχής είναι ο ανώτερος σκοπός του ανθρώπου και όχι οι πλάνες και οι ματαιότητες στις οποίες ξεπέφτουν οι άνθρωποι. Όταν ο δρόμος του διερχόταν μπροστά από εστιατόρια και έβλεπε ανθρώπους να καταλύουν σε νηστίσιμες περιόδους, τους υπενθύμιζε ότι είναι αμαρτία να μην τηρούν την ευλογημένη νηστεία.

Καταπολεμούσε την πνευματική αδιαφορία. Τα λόγια του πολλές φορές ήταν σκληρά σα «μαχαιριές», όμως κανείς δεν διαμαρτυρόταν. Όλοι σεβόντουσαν απόλυτα τις συμβουλές του. Ιδίως επιτιμούσε την γύμνια και τους Ιερείς που εκτελούσαν αμελώς τα ιερατικά τους καθήκοντα και δεν ενδιαφερόταν για το ποίμνιό τους. Έλεγε συχνά με πολλή ταπείνωση ότι για τα διαζύγια των ζευγαριών φταίνε οι Ιερείς γιατί δεν διαβάζουν όλες τις ευχές όταν τελούν το μυστήριο του γάμου. Τον απογοήτευε η αίρεση και το σχίσμα από την Αλήθεια της Ορθοδοξίας. Δεν δεχόταν ότι είναι δυνατόν να μας έχει δωρίσει ο Θεός την αιωνιότητα, την Βασιλεία Του, και εμείς οι άνθρωποι με υπέρμετρο φανατισμό να διαιρούμαστε για 13 ημέρες, ή επειδή οι δαίμονες πλανούν κάποιους κακοπροαίρετους!

Όποιος είχε την ευλογία να τον συνοδέψει έστω και για λίγο σε κάποια περιπλάνησή του και κατάφερνε να μείνει σιωπηλός, «κρυφάκουγε» την γεμάτη αγάπη προσευχή του που έβγαινε μέσα απ' την καρδιά του. Η αγαπημένη του φράση που τον «πρόδινε» ήταν το «Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε», δείγμα του πόσο υπεραγαπούσε την Παναγία μας. Το να τον συντροφεύει κανείς ήταν μια ευχάριστη πνευματική εμπειρία. Δεν δίσταζε ακόμα και να τραγουδήσει παλιά παραδοσιακά όμορφα και σπάνια τραγούδια. Για να ευχαριστήσει τους επισκέπτες του, έβγαζε ένα μάτσο από διάφορα χριστιανικά έντυπα, χάρτινες εικόνες, ή ακόμα και φωτογραφίες του, όταν ήταν νεότερος και τις έδινε για ευλογία. Ως άλλος Άγιος Πατροκοσμάς, επισκεπτόταν την πόλη και όλα τα χωριά του νησιού, αλλά και πολλά μέρη της Ελλάδας που τον ήξεραν και τον υπεραγαπούσαν. Κήρυττε βρωντοφωνάζοντας και καυτηριάζοντας όσα έβλεπε ότι εμπόδιζαν τους ανθρώπους στο να επιτύχουν τη σωτηρία τους. Παντού είχε γνωστούς ανθρώπους που τον αγαπούσαν και τον φιλοξενούσαν. Στα λεωφορεία ή στα πλοία που χρησιμοποιούσε όταν μετακινιόταν, κανείς δεν του έπαιρνε χρήματα. Και μόνο η απλοϊκή, ασκητική του παρουσία έπειθε τον κόσμο ότι ήταν Άνθρωπος του Θεού. Πολλές φορές η ιδιορρυθμία του χαρακτήρα του σε διάφορα θέματα, εξηγιόταν ως δείγμα σαλότητας. Αρκετοί τον θεωρούσαν ότι ήταν Σαλός δια τον Χριστό! Η σκληρότητά του, «μπερδεμένη» με μια υπέρμετρη καλοσύνη οδηγούσε σ' αυτό το συμπέρασμα.

Ως τα βαθιά γεράματά του, παρά την ασθένεια που τον ταλαιπωρούσε, δεν ξεχνούσε την νηστεία. Νήστευε αυστηρά ακόμα και το λάδι, θέλοντας να ζει ασκητικά, καθηλωμένος και ανήμπορος στο μικρό κρεβατάκι του. Υποβασταζόμενος πλησίαζε πάντα τελευταίος το Άγιο Ποτήριο και κοινωνούσε τον Χριστό. Τα καλοκαίρια ερχόταν στη γενέτειρά του, στα Πάμφιλα όπου τον φρόντιζαν οι γυναίκες σε μια καμαρούλα, όπως και τον χειμώνα στην Αθήνα όπου τον διακονούσε με υπέρμετρη αγάπη η κυρία Σοφία. Ο νούς του ήταν πως θα μεταβεί στον αγαπημένο του τόπο, στον Άγιο Λουκά, να δεί σε τι κατάσταση βρισκόταν η Εκκλησία, πόσο προχώρησε η Αγιογράφηση. Εκεί, ξεδίπλωνε μια μεγάλη κόλα αναφοράς γεμάτη με ονόματα νηπίων και παίδων Μαρτύρων που Αγίασαν, δίνοντας εντολές να αγιογραφηθούν πάραυτα!

Υπεραγαπώντας την Ορθοδοξία και την πατρίδα του την Ελλάδα, ο παπά Φώτης εκοιμήθη εν Κυρίω στις 5 Μαρτίου 2010, ημέρα Παρασκευή Γ΄ Εβδομάδας των νηστειών.

Καλό Παράδεισο παπά Φώτη!



Στρατής Ανδριώτης



http://stratisandriotis.blogspot.com/2010/03/blog-post_1445.html

Από keliotis στις Σάββατο, 6 Μαρτίου 2010 @ 6/3/2010 0:36

Κυριακή 4 Απριλίου 2010

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ - Γερων ΕΦΡΑΙΜ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ

http://vatopaidi.files.wordpress.com/2010/04/peri-tis-theias-oikonomias-omilia-geronta-efraim-vatopaidinou-se-proskynites-02-04-2010-1.mp3

http://vatopaidi.files.wordpress.com/2010/04/peri-tis-theias-oikonomias-omilia-geronta-efraim-vatopaidinou-se-proskynites-02-04-2010-2.mp3

'τΑ τΡΙΑ πΑΣΧΑ' σακκου στεργιου, ομ. καθηγητη Θεολογιας ΑΠΘ

Ἕνα ἀπό τά καλύτερα μαθήματα πού θά εἶχε νά μάθει καί νά σπουδάσει κάθε πιστός Χριστιανός εἶναι τό μάθημα πού ἀποκαλύπτει ἱστορικά, προφητικά καί θεολογικά τό περιεχόμενο τῆς γιορτῆς τοῦ Πάσχα.

Τρία διάφορα πάσχα ἀποκαλύπτονται μέσα στήν Ἁγία Γραφή καί ἡ μελέτη τους μᾶς βοηθάει νά καταλάβουμε πέρα γιά πέρα τό νόημα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ μας.

Τό πρῶτο πάσχα εἶναι τό πάσχα τῶν Ἑβραίων. Ἡ γιορτή αὐτή συνδέεται μέ ἕνα μεγάλο γεγονός τῆς ἱστορίας τοῦ ἑβραϊκοῦ λαοῦ. Καί τό γεγονός αὐτό εἶναι ἡ διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης, ἡ ἀπελευθέρωση ἀπό τήν σκλαβιά τῶν Αἰγυπτίων. Πάσχα στά ἑβραϊκά σημαίνει διάβαση, σημαίνει φεύγω ἀπό μιά κατάσταση καί πηγαίνω σέ ἄλλη, σημαίνει λύτρωση. Ὅσοι ἔχετε τήν εὐτυχία νά μελετᾶτε τήν Ἁγία Γραφή θυμᾶστε καί ἀπό τό βιβλίο τῆς Ἐξόδου, ἀλλά καί ἀπό τά ἄλλα βιβλία τῆς Π. Διαθήκης, μέ πόσες λεπτομέρειες περιγράφεται τό γεγονός αὐτό. Ὁ λαός τοῦ Ἰσραήλ βρίσκεται ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Ἰωσήφ στήν Αἴγυπτο. Καλοπερνοῦν στήν ἀρχή, ἀλλά ἀργότερα, μετά τόν θάνατο τοῦ Ἰωσήφ, μετά τήν ἄνοδο ἄλλων φαραώ στό θρόνο, μετά τήν μεγάλη αὔξηση τῶν Ἑβραίων βασανίζονται ἀπό τούς Αἰγυπτίους σκληρά. Ἕνα ἀπό τά φοβερά μέτρα πού πῆραν οἱ Αἰγύπτιοι εἶναι νά ἐξοντώνουν ὅλα τά παιδιά τῶν Ἑβραίων. Ἔτσι βρέθηκε ὁ Μωυσῆς πεταμένος στόν Νεῖλο. Τόν σώζει θαυματουργικά ὁ Θεός καί τόν ἀναδεικνύει ἡγέτη τοῦ Ἰσραήλ γιά νά ἐλευθερώσει τόν λαό του. Οἱ φαραώ καί δέν θέλουν τούς Ἑβραίους στή χώρα τους, γιατί τούς βλέπουν νά ξαπλώνουν ὅλο καί περισσότερο, ἀλλά καί δέν τούς ἀφήνουν νά φύγουν. Τούς θέλουν σκλάβους νά καλλιεργοῦν τούς κήπους, νά κτίζουν πυραμίδες, νά τούς βασανίζουν. Βασανίζονται καί ὑποφέρουν μέχρι τή στιγμή πού ὁ Θεός μέ τό Μωυσῆ ἐκπληρώνει τό μεγάλο σχέδιο καί τούς ἀπελευθερώνει. Τούς ἀπελευθερώνει στίς 14 τοῦ Νισάν (ὁ Νισάν εἶναι ἕνας μήνας τῶν Ἑβραίων πού πιάνει μισό Μάρτιο καί μισό Ἀπρίλιο), ἀφοῦ πατάσσει πρῶτα μέ τίς 10 πληγές τούς Αἰγυπτίους. Ἡ ἡμέρα τῆς ἀπελευθερώσεως ὀνομάζεται πάσχα καί γιορτάζεται ἀπό τούς Ἑβραίους σέ ὅλη τήν Π. Διαθήκη ἀλλά καί μέχρι σήμερα. Ἰδιαίτερα συνδέονται μέ τή μέρα αὐτή τό ἀρνί, πού ἔσφαξαν καί τό ἔφαγαν ψητό χωρίς νά σπάσουν τά κόκκαλά του, τά πικρά χόρτα, οἱ πικρίδες, καί τό ἄζυμο ψωμί. Μετά τό πάσχα αὐτό πέρασαν θαυματουργικά τήν Ἐρυθρά θάλασσα. Γι’ αὐτό τό μεγάλο γεγονός τῆς ἱστορίας τῶν Ἑβραίων γίνεται μιά γιορτή. Καί γιορτή θά πεῖ νά ξαναζοῦν οἱ ἀπόγονοι τό γεγονός ὅπως τό ἔζησαν οἱ πρόγονοι. Τότε γιορτάζω, ὅταν ξαναζῶ τήν ἡμέρα τῆς γιορτῆς, τό πρῶτο γεγονός. Μέ δυό λόγια, τό πάσχα τῶν Ἑβραίων εἶναι ἐλευθερία ἀπό τή σκλαβιά τῶν Αἰγυπτίων καί θαυματουργική διάβαση ἀπό τήν Ἐρυθρά θάλασσα. Καί τό πάσχα αὐτό εἶναι μιά καταπληκτική προφητεία γιά τό δεύτερο πάσχα, το χριστιανικό. Τό δεύτερο πάσχα εἶναι τό πάσχα τῆς Κ. Διαθήκης. Ὅλες αὐτές τίς μέρες πού ἀκούσαμε τόσα εὐαγγελικά ἀναγνώσματα, καί ψάλαμε τόσα τροπάρια ἐμβαθύναμε στό πάσχα αὐτό. Συνοψίζεται τό βαθύ νόημα τοῦ πάσχα τῆς Κ. Διαθήκης σ’ ἕνα ἀπό τά πρῶτα πασχαλινά τροπάρια πού ψάλλουμε στόν ἀναστάσιμο κανόνα «Ἀναστάσεως ἡμέρα...». Συνδέεται τό χριστιανικό πάσχα μέ τό θάνατο καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας. Καί ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι τό μεγαλύτερο γεγονός ὄχι μόνο τῆς χριστιανικῆς ἱστορίας ἀλλά καί τῆς ἀνθρώπινης ἱστορίας. Ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μας εἶναι τό περιεχόμενο τοῦ εὐαγγελίου, εἶναι τά θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι τό πᾶν στήν πίστη μας, εἶναι οἱ δύο ὄψεις ἑνός καί τοῦ αὐτοῦ εὐαγγελίου.

Ἡ πρώτη, ἡ μεγάλη ἀλήθεια, τό κέντρο τῆς πίστεώς μας εἶναι ὁ θάνατος καί ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Μεγάλο πρᾶγμα στήν πίστη μας ἡ ἀγάπη, μεγάλο ἡ ἀλήθεια, ἀλλά ὅλα αὐτά εἶναι ἔννοιες, εἶναι θεωρίες. Ἡ ἀνάσταση εἶναι γεγονός. Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός; Ὅλα στέκονται. Δέν ἀναστήθηκε; Τίποτε δέν στέκεται ὄρθιο. Καί γιά τό γεγονός δέν χρειαζόμαστε οὔτε θεωρίες οὔτε ἀποδείξεις, ἀλλά μαρτυρίες. Τέτοιες μαρτυρίες μᾶς καταθέτουν οἱ μάρτυρες ἐκεῖνοι πού εἶδαν ἀναστημένο τό Χριστό. Ὁ Παῦλος γράφει στούς Κορινθίους (τό διαβάζουμε στό 15 κεφ. τῆς Α’ πρός Κορινθίους Ἐπιστ.). Σᾶς παρέδωσα πολλά, ἀλλά πρῶτα-πρῶτα σᾶς παρέδωσα αὐτό πού παρέλαβα. Καί ποιό εἶναι αὐτό; Τό συνοψίζει σέ τέσσερα ρήματα: ὅτι ὁ Χριστός πέθανε, θάφτηκε, ἀναστήθηκε καί φανερώθηκε. Πέθανε: Βεβαιώνεται μέ τήν ταφή του. Ἀναστήθηκε: Βεβαιώνεται καί ἀποδεικνύεται μέ τήν ἐμφάνισή του. Νά, λοιπόν, τά ἀντικείμενα τῆς πίστεώς μας. Τό πρῶτο ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἄνθρωπος, ἀφοῦ πέθανε καί θάφτηκε. Τό δεύτερο ὅτι εἶναι Θεός, ἀφοῦ ἀναστήθηκε καί φανερώθηκε. Εἶναι ὁ Χριστός Θεάνθρωπος. Αὐτό ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς πίστεώς μας, τό περιεχόμενο τοῦ δικοῦ μας πάσχα. «Πάσχα Κυρίου πάσχα», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας, τό ὁποῖο εἶναι μέρα ἀναστάσεως. «Ἐκ γάρ θανάτου πρός ζωήν καί ἐκ γῆς πρός οὐρανόν Χριστός ὁ Θεός ἡμᾶς διεβίβασεν». Γιά τούς Ἑβραίους τό πάσχα ἦταν ἐλευθερία ἀπό τή σκλαβιά τῶν Αἰγυπτίων καί διάβαση τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης. Τό δικό μας πάσχα εἶναι ἡ μετάβαση ἀπό τό θάνατο στή ζωή, ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό. Θάνατος εἶναι ὁ θάνατος τῆς ἁμαρτίας, εἶναι τά μνήματα τῶν ἐπιθυμιῶν, εἶναι οἱ πλάκες τῶν παθῶν.

Διάβαση εἶναι τό πέρασμα ἀπό τά ρεύματα τῆς ἀπιστίας καί τῆς φθορᾶς τοῦ κόσμου στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας, στή χώρα τοῦ Θεοῦ, στήν Ἐκκλησία καί ἀπό τήν Ἐκκλησία του στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Φανταστεῖτε τή ζωή τῆς ἁμαρτίας καί τῆς ἀπιστίας σάν ἕνα νεκροταφεῖο γεμάτο πλάκες παθῶν καί ἐπιθυμιῶν. Ὁ Χριστός σπάζει τίς πλάκες καί μᾶς ἀνασταίνει ἀπό τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες. Ἐγώ εἶμαι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, διακηρύττει ἕνας πού τοῦ ζήτησαν ἀποδείξεις. Χρόνια πολλά ἤμουν μέσα σ’ ἕνα μνῆμα. Σάπιζα, βρωμοῦσα, ἔνιωθα δεμένος, μέ πλάκωναν τά ἴδια μου τά πάθη. Δέν μποροῦσα νά νιώσω χαρά. Καί μιά μέρα πού ἀκούστηκε τό Χριστός Ἀνέστη, μιά μέρα πού διάβασα τό εὐαγγέλιο καί ἄκουσα τό μήνυμα τοῦ Χριστοῦ, ἔνιωσα νά σπάζουν τά δεσμά, νά συντρίβονται οἱ πλάκες, νά βγαίνω ἀπό τό μνῆμα, νά μεταφέρομαι σέ μιά νέα ζωή, στή ζωή τῆς χαρᾶς καί τῆς πραγματικῆς εὐτυχίας. Αἰσθάνομαι ἀναστημένος, χαρούμενος, ζωντανός, ὑγιής. Γιά τόν ἑαυτό μου ἐγώ εἶμαι ἡ μεγαλύτερη ἀπόδειξη ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε. Πάρα πολλοί εἶναι, ὄχι ἕνας καί δυό, αὐτοί πού καταθέτουν τήν ἴδια μαρτυρία καί περιγράφουν ἀπό τό ἕνα μέρος τά μνήματα πού χρόνια κατοίκησαν δυστυχισμένοι καί ἀπό τό ἄλλο τή νέα ζωή, τήν ἀλήθεια ὅτι τό χριστιανικό πάσχα εἶναι μετάβαση ἀπό τό θάνατο τῆς ἁμαρτίας στή ζωή καί μιά μέρα ἀπό τό φυσικό αὐτό θάνατο στήν αἰωνιότητα. Ἀπό τή γῆ, ἀπό ἕναν κόσμο περιορισμένο, ἀπό ἕναν κόσμο σκοτεινό, στόν οὐρανό τῆς Ἐκκλησίας, στόν οὐρανό τῆς χάριτος. Τό εὐαγγέλιο, ὁ Χριστός μας, μιλάει γιά δυό ἀναστάσεις. Ἡ μιά εἶναι ἡ ἠθική, ἡ πνευματική ἀνάσταση, ἡ ἄλλη είναι ἡ φυσική ἀνάσταση. Μέ τήν ἠθική ἀνάσταση ὁ ἄνθρωπος μέ τήν πίστη καί τή μετάνοια ἀλλάζει ζωή βγαίνει ἀπό τό στρατόπεδο τοῦ σατανᾶ καί μπαίνει στό στρατόπεδο τοῦ Χριστοῦ, φεύγει ἀπό τήν ἕλξη τοῦ κόσμου καί μπαίνει στήν ἕλξη τῆς χάριτος. Μέ τήν φυσική ἀνάσταση θ’ ἀναστηθοῦμε ὅλοι ἀπό τά μνήματά μας ὅταν προστάξει ὁ Χριστός. Προηγεῖται ἡ ἠθική ἀνάσταση στόν κόσμο, γιά ν’ ἀκολουθήσει ἡ σωματική ἀνάσταση στόν ἄλλο κόσμο. Νά, λοιπόν, τό πάσχα «Ἀναστάσεως ἡμέρα...». Καί τό ἀποτέλεσμα αὐτῶν τῶν δώρων τοῦ Χριστοῦ εἶναι νά λαμπρυνθοῦμε. Γι’ αὐτό καί τό πάσχα λέγεται λαμπρή. Ὅλα εἶναι λαμπρά, ὅλα λαμπρύνονται μέ τό λαμπρό φῶς, μέ τίς λαμπάδες, μέ τά λαμπρά ροῦχα, μέ ὅλα ὅσα δίνουν τήν ἐξωτερική λαμπρότητα. Ἀνώτερη εἶναι ἡ ἐσωτερική λαμπρότης, ὅταν λάμπουμε μέ τή χαρά τοῦ Χριστοῦ, μέ τίς ἀλήθειες τοῦ εὐαγγελίου, ὅταν λάμπουμε μέ τή φωτιά τῆς πίστεως, ὅταν ἀντικατοπτρίζουμε τή λαμπρότητα τοῦ οὐρανοῦ καί ἀποπνέουμε τό ἄρωμα τῆς χάριτος καί τή λάμψη τῆς αἰωνιότητος.

Εἴδαμε ποιό εἶναι τό πρῶτο πάσχα τῆς Π. Διαθήκης, ποιό εἶναι τό δεύτερο πάσχα τῆς Κ. Διαθήκης. Μένει νά δοῦμε καί ποιό εἶναι τό τρίτο πάσχα. Ὅπως τό δεύτερο πάσχα εἶναι ἀνώτερο ἀπό τό πρῶτο (τό πάσχα τῆς Κ. Διαθήκης εἶναι ἡ οὐσία, τό πάσχα τῆς Π. Διαθήκης εἶναι ὁ τύπος), ἔτσι καί τό τρίτο πάσχα εἶναι ἀνώτερο ἀπό τό δεύτερο. Εἶναι τό πάσχα στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν, εἶναι αὐτό τό πάσχα πού ἐπεθύμησε ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς ὅταν παρέδιδε τό πάσχα τῆς Κ. Διαθήκης στούς μαθητές του. Τούς εἶπε· ἀφήνουμε τό πάσχα τό παλιό, σᾶς δίνω καινούργιο πάσχα. Καί τό καινούργιο πάσχα πού μᾶς χαρίζει ὁ Χριστός δέν τό τελοῦμε μόνο μιά φορά τό χρόνο, τήν Κυριακή τοῦ Πάσχα, ἀλλά κάθε Κυριακή, κάθε Κυριακή πού κοινωνοῦμε, ὅπως λέει ἕνας ποιητής μας: «Πάσχα θά κάνω πάλι σήμερα, κι εἶν' ἡ λαχτάρα μου μεγάλη· Πάσχα θά κάνω πάλι σήμερα, γιατί θά κοινωνήσω πάλι». Τότε, λοιπόν, πού παραδίδει τό μυστικό δεῖπνο, τό σῶμα του καί τό αἷμα του, γιά νά ’χουμε σέ ὅλη μας τή ζωή πάσχα, γιά νά ’χουμε Πασχαλιά κάθε μέρα πού θά κοινωνοῦμε καί θά ἀγαποῦμε τό Χριστό, ἐκφράζει καί τήν ἐπιθυμία του ὁ Κύριος ὅτι θέλει νά φάει τό πάσχα τό καινούργιο, τό καινόν. Ποῦ; Στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Εἶναι, λοιπόν, τό πάσχα πού περιμένουμε ὅλοι, καί γιά τό ὁποῖο ψάλλει πάλι ἡ Ἐκκλησία μας σ’ ἕνα ἀπό τά τροπάρια τοῦ ἀναστάσιμου κανόνος: «Ὦ Πάσχα τό μέγα καί ἱερώτατον, Χριστέ, ὦ Σοφία καί Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον σοῦ μετασχεῖν ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς βασιλείας σου». Τί θά πεῖ «ἐκτυπώτερον»; Τώρα δέν βλέπουμε μέ τά μάτια μας τό Χριστό· μέ τήν πίστη μας τόν βλέπουμε. Δέν βλέπουμε μέ τά μάτια μας τήν ἀνάσταση, οὔτε τόν πιάνουμε τό Χριστό, οὔτε τόν ἀκοῦμε. Ὅλα αὐτά τά βλέπουμε μέ τήν πίστη. Δέν περπατοῦμε μέ εἶδος, λέει ὁ Παῦλος, ἀλλά μέ τήν πίστη. Πολλές φορές ἀκοῦμε τούς ἀπίστους νά λένε: Γιά ποιά ἀνάσταση μᾶς μιλᾶτε; Καί πρῶτα πέθαιναν οἱ ἄνθρωποι καί τώρα πεθαίνουν. Καί πρίν ἀπό τήν ἀνάσταση καί μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὁ κόσμος τό ἴδιο εἶναι. Δέν μποροῦν νά δοῦν τήν ἠθική καί πνευματική ἀνάσταση, γιατί λείπει ἡ ἕκτη αἴσθηση, αὐτή ἡ αἴσθηση πού λέγεται πίστη. Ὅπως ἕνας τυφλός δέν βλέπει τόν ἥλιο καί τά λουλούδια, ἔτσι καί ὁ ἄπιστος δέν βλέπει τήν ἠθική καί πνευματική ἀνάσταση. Ὁ πιστός τά βλέπει μέ τήν πίστη. Ὅσο πιστός ὅμως κι ἄν εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὅσο δυνατή κι ἄν εἶναι ἡ πίστη του, δέν μπορεῖ νά χορτάσει τά θαύματα τῆς πίστεως. Λαχταρᾶ κάτι περισσότερο, κάτι ἀνώτερο. Αὐτή τή λαχτάρα εἶχε ὁ ἀπόστολος Παῦλος, αὐτή τή λαχτάρα εἶχαν καί ἔχουν ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Χριστοῦ: Νά ἔρθει ἡ μέρα τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν. Ὅπως ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, ἔτσι κι ἐμεῖς θ’ ἀναστηθοῦμε, γιά νά γιορτάσουμε τό τρίτο πάσχα, τό πάσχα στήν εὐλογημένη καί αἰώνια βασιλεία τῶν οὐρανῶν, πού εἶναι τό «ἐκτυπώτερον» καί τελειότερο πάσχα. Σ' ἐκεῖνο τό πάσχα ἡ χαρά μας καί ἡ εὐφροσύνη θά εἶναι ἀπερίγραπτη. Συγκεντρῶστε τίς ὡραιότερες μέρες καί ὧρες τῆς ζωῆς σας. Ποιές εἶναι; Οἱ ἐπιτυχίες σας, ἡ ἡμέρα τοῦ γάμου σας, ἡ ἡμέρα γεννήσεως παιδιῶν, ἀποκαταστάσεως παιδιῶν; Ποιές εἶναι; Μαζέψτε ὅλες τίς ὡραῖες, εὐχάριστες κι ἀνώδυνες μέρες καί ὧρες πού ζήσατε στή ζωή σας. Ὅλες αὐτές εἶναι ἕνα ἴχνος τῆς χαρᾶς τῆς αἰωνιότητος. Εἶναι ἕνα δευτερόλεπτο τῆς χαρᾶς τῆς αἰωνιότητος. Εἶναι ἀδύνατο νά περιγράψει γλῶσσα ἀνθρώπου, νά συλλάβει νοῦς ἀνθρώπου τή χαρά καί τήν εὐφροσύνη τοῦ παραδείσου, τοῦ τρίτου πάσχα. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἀνέβηκε μέχρι τρίτου οὐρανοῦ καί ἀπήλαυσε γιά λίγο τό οὐράνιο αὐτό πάσχα, ἦλθε καί δέν μᾶς ἔγραψε τίποτε. Καί ἐνῶ μᾶς περιέγραψε τόσα ἄλλα πράγματα, γι’ αὐτό δέν μπόρεσε νά μᾶς μιλήσει. Καί ξέρετε γιατί δέν μπόρεσε; Σᾶς λέω ἕνα παράδειγμα: Πεῖτε ὅτι παίρνουμε ἕναν Ἐσκιμῶο ἀπό τή χώρα του καί τόν πηγαίνουμε στή Μόσχα, στό Παρίσι, στό Λονδῖνο, στή Ν. Ὑόρκη, καί μετά τόν πηγαίναμε πάλι στούς δικούς του, θά μποροῦσε νά πεῖ τίποτε; Τί θά ἔλεγε; Πῶς θά περιέγραφε τά ἐργοστάσια, τίς βιτρίνες, τά τόσα καταπληκτικά, ὅταν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι συνεννοοῦνται μέ λίγες μόνο λέξεις; Ἔτσι, δέν ἔχει λεξιλόγιο ἡ ζωή μας, δέν ἔχει δύναμη σκέψεως νά συλλάβει καί νά περιγράψει τά κάλλη, τήν εὐφροσύνη, τά τραπέζια καί τή δόξα ἐκείνου τοῦ πάσχα. Ὁ Παῦλος περιορίζεται μόνο νά πεῖ: «Ἀγαθά ἅ ὀφθαλμός οὐκ οἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη». Οὔτε αὐτί τά ἔπιασε, οὔτε καρδιά τά αἰσθάνθηκε, οὔτε νοῦς τά συνέλαβε, οὔτε κανείς ποτέ μπόρεσε νά τά πλησιάσει. Αὐτά εἶναι τά ἀγαθά στό οὐράνιο πάσχα.

Τό ἄλλο πού μᾶς λέει ὁ Κύριος εἶναι ὅτι θά εἴμαστε ὅλοι ὅμοιοι μέ αὐτόν. Ὅπως αὐτός ἀναστήθηκε, ἔτσι κι ἐμεῖς θ’ ἀναστηθοῦμε. Τό δέ ἀναστημένο σῶμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι τό μοντέλο, εἶναι τό πρότυπο τῶν σωμάτων πού θά ἔχουμε ἐμεῖς μετά τήν ἀνάσταση. Κι ὅπως ὁ Χριστός ἦταν καί στά Ἰεροσόλυμα καί στή Γαλιλαία τήν ἴδια στιγμή, ἔτσι κι ἐμεῖς θά ἔχουμε πανταχοῦ παρουσία, θά ἔχουμε παντοδυναμία, θά ἔχουμε πανσοφία. Καί βέβαια ὁ Χριστός τά ἔχει αὐτά ἀπόλυτα, ἐμεῖς θά τά ἔχουμε σχετικά. Καί θά βλεπόμαστε, καί θά γνωριζόμαστε. Θά γνωριζόμαστε! Τότε θά γνωριζόμαστε. Τώρα εἶναι τό παραπέτασμα τῆς σαρκός καί ἡ ὑποκρισία, πού δέν ἀφήνει νά γνωριστοῦμε. Τότε θά γνωριζόμαστε, θά βλεπόμαστε, θά συνεννοούμαστε, θά συνδεόμαστε, θά ἐπικοινωνοῦμε, καί θά ἀπολαμβάνουμε. Θά χαιρόμαστε, καί θά άγαλλόμαστε, θά ψάλλουμε, καί θά ὑμνοῦμε τόν Κύριο τῆς δόξης, τόν Κύριο πού ἔδωσε τό πρῶτο πάσχα γιά τύπο, τό δεύτερο πάσχα γιά τή δική μας ἀνάσταση καί πού προετοιμάζει τό τρίτο πάσχα, πού λαχταροῦμε, πού νοσταλγοῦμε, πού ἐπιθυμοῦν οἱ ψυχές μας. Μέ τή λαχτάρα αὐτή προσευχόμαστε σήμερα, πού ἀπολαμβάνουμε τό δεύτερο πάσχα, καί λέμε στόν Κύριο νά μᾶς ἀξιώσει νά ἀπολαύσουμε καί τό τρίτο Πάσχα. Κύριε, «ὦ Πάσχα τό μέγα καί ἱερώτατον, Χριστέ, ὦ Σοφία καί Λόγε τοῦ Θεοῦ καί Δύναμις, δίδου ἡμῖν ἐκτυπώτερον σοῦ μετασχεῖν ἐν τῇ ἀνεσπέρῳ ἡμέρᾳ τῆς βασιλείας Σου»!

(Στέργιος Ν. Σάκκος, ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης)
στις 5:39 μ.μ.
Ετικέτες ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΙΣΤΗ , 'ΑΚΤΙΝΕΣ'